εκκύκλημα

εκκύκλημα
το (AM ἐκκύκλημα Α και ἐκκύκληθρον)
ξύλινο μηχάνημα με τροχούς στο αρχαίο θέατρο για να φαίνεται το εσωτερικό τής σκηνής και όσα διαδραματίζονταν εκεί.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἐκκύκλημα — theatrical machine neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκυκλήματι — ἐκκύκλημα theatrical machine neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκκυκλήματος — ἐκκύκλημα theatrical machine neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • РУССКИЙ УКАЗАТЕЛЬ СТАТЕЙ — Абант Άβας Danaus Абанты Άβαντες Абарис Άβαρις Абдера Abdera Абдулонома Абдул Abdulonymus Абелла Abella Абеллинум Abellinum Абеона Abeona Абидос или Абид… …   Реальный словарь классических древностей

  • εγκυκλούμαι — ἐγκυκλοῡμαι ( έομαι) (Α) 1. περιστρέφομαι με κυκλοτερή κίνηση 2. βγαίνω στη σκηνή τού θεάτρου με το εκκύκλημα 3. περιβάλλω …   Dictionary of Greek

  • εγκύκλημα — ἐγκύκλημα, το (Α) 1. εκκύκλημα 2. στον πληθ. κινητή περιουσία …   Dictionary of Greek

  • εισκύκλημα — εἰσκύκλημα, το (Α) μηχάνημα επάνω στο οποίο στρέφεται το εκκύκλημα …   Dictionary of Greek

  • εκκυκλώ — ἐκκυκλῶ ( έω) (Α) 1. φέρνω στη σκηνή με το εκκύκλημα 2. παρουσιάζω, επιδεικνύω 3. αποκαλύπτω, κοινολογώ …   Dictionary of Greek

  • εξώστρα — Ένα από τα σκηνικά μηχανήματα του αρχαίου ελληνικού και ρωμαϊκού θεάτρου. Ταυτιζόταν με το εκκύκλημα που χρησιμοποιούσαν για την προώθηση στη σκηνή διαφόρων αντικειμένων (θρόνος, ξόανα θεοί κλπ.) ή για την επίδειξη του εσωτερικού χώρου ενός… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”